Monday, March 9, 2020

Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι είναι προσωπικά δεδομένα του δικηγόρου το e-mail του σε εντολέα

Με ιδιαίτερη ικανοποίηση ανακοινώνουμε την έκδοση της απόφασης 186/2020 του Α'1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Με την απόφαση αυτή, ο Άρειος Πάγος δέχτηκε αίτηση αναίρεσης κατά εφετειακής απόφασης που απέρριψε έφεση επί πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης. Την αγωγή είχε υποβάλει δικηγόρος, η οποία ζήτησε δικαστικη προστασία, διότι ο εντολέας της χρησιμοποίησε σε άσχετη δίκη μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στο οποίο εκείνη του είχε γνωστοποιήσει την δικηγορική αμοιβή της, τον τραπεζικό λογαριασμό της, στοιχεία για τον δικηγορικό χειρισμό υπόθεσης ενώπιον του ΣτΕ και άλλα δεδομένα της.
Το Εφετείο Αθηνών, αναπαράγοντας την γνωστή και παντελώς εσφαλμένη αιτιολογία που, δυστυχώς, εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια επαναλαμβανόμενη σε δικαστικές αποφάσεις, είχε κρίνει ότι "δεν θεωρούνται δεδομένα οι πληροφορίες των οποίων κάνει κάποιος χρήση και οι οποίες περιήλθαν σε γνώση του, χωρίς να ερευνήσει αυτός κάποιο αρχείο ή χωρίς να του τις έχει μεταδώσει τρίτος που επενέβη σε αρχείο, γιατί εκλείπει η προϋπόθεση του αρχείου ως στοιχείου της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος του άρθρου 22 παρ. 4 του Ν.2472/1997 [...] η αγωγή ορθά απερρίφθη με την εκκαλουμένη ως νόμω αβάσιμη καθόσον η κρίσιμη επιστολή, η οποία δεν αναφέρεται ότι αποκτήθηκε από τον εναγόμενο με παράνομο τρόπο, δεν αποτελεί διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ούτως ώστε να εμπίπτει στην έννοια του αρχείου, όπως προβλέπεται στο ν. 2472/1997, ούτε η προσκόμισή της ενώπιον του δικαστηρίου συνιστά άνευ ετέρου παράνομη πράξη ήτοι παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει η ενάγουσα, προκειμένου να θεμελιώσει την αξίωσή της στην παράβαση του ν.2472/1997. Ο δε ισχυρισμός της ότι αρχείο νοείται κατά βάση το έγγραφο υπό διάφορες μορφές του, με την έννοια ότι η έγγραφη πληροφορία είναι αυτή που μπορεί να αποτελεί αφ' εαυτής αντικείμενο επεξεργασίας, δεν ευρίσκει έρεισμα στο νόμο και αντιβαίνει το σκοπό αυτού". 
Εκπροσωπήσαμε την συνάδελφο ενώπιον του Αρείου Πάγου με αίτηση αναίρεσης, προβάλλοντας δύο λόγους: την εσφαλμένη ερμηνεία του πεδίου εφαρμογής του Ν.2472/1997 (και κατ' επέκταση και του ΓΚΠΔ), καθώς και την εσφαμένη ερμηνεία και εφαρμογή του κανόνα που απαγορεύει την χρήση άσχετων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενόψει του σκοπού της επεξεργασίας. 
Ο Άρειος Πάγος έκρινε δεκτούς και τους δύο λόγους αναίρεσης. Συγκεκριμένα, αναφέρει στην απόφασή του:
"Έτσι που έκρινε το Εφετείο παραβίασε την διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 και 2 του ν.2472/1997, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 2,3 παρ. 1, 4 παε 1 στοιχ. α' και β', 5 παρ. 1, 11 παρ. 1 και 3 του ίδιου νόμου και εκείνες των άρθρων 57,59.299 και 932 του ΑΚ, τις οποίες δεν εφάρμοσε, απορρίπτοντας ως νομικά αβάσιμη την έχουσα το ανωτέρω περιεχόμενο αγωγή, αν και αυτές έπρεπε να εφαρμοστούν στην κρινόμενη υπόθεση, καθόσον, με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή, συγκροτείται το πραγματικό των διατάξεων των πιο πάνω άρθρων και συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους και ως εκ τούτου η αγωγή ήταν νομικά βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις αυτές. Τούτο δε διότι αποφασιστικής σημασίας στοιχείο στην προκειμένη περίπτωση για την στοιχειοθέτηση της επικαλούμενης αστικής ευθύνης του αναιρεσιβλήτου (εναγομένου) δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο ο τελευταίος απέκτησε το συγκεκριμένο έγγραφο (επιστολή), το οποίο αποτελούσε μέρος (περιεχόμενο) αρχείου κατά την έννοια του ν.2472/1997. ως περιλαμβανόμενο σε διαρθρωμένο σύνολο δεδομε΄νων, που είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια. Ειδικότερα, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, το έγγραφο αυτό απεστάλη από την αναιρεσείουσα (ενάγουσα) υπό τη μορφή συνημμένου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) προς το νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας *** και ως εκ τούτου παρέμεινε στα ψηφιακά δεδομένα της εν λόγω εταιρείας, με αποτέλεσμα να είναι ευχερής η πρόσβαση στα δεδομένα αυτά των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως είναι η ημερομηνία αποστολής, ο αποστολέας, το θέμα, κλπ. Επίσης, κρίσιμο ζήτημα στην παρούσα περίπτωση δεν είναι το εάν ο αναιρεσίβλητος έλαβε νομίμως ή όχι γνώση των περιλαμβανομένων στο έγγραφο αυτό προσωπικών δεδομένων της αναιρεσείουσας, αλλά το ότι, αν και το εν λόγω έγγραφο περιήλθε σ' αυτόν, στη συνέχεια προέβη σε περαιτέρω επεξεργασία αυτού με την προσκόμισή του ως αποδεικτικού εγγράφου στο προαναφερόμενο Δικαστήριο και ως εκ τούτου με χρήση των καταγεγραμμένων σ' αυτό πληροφοριών, που αφορούσαν, εκτός των άλλων, το ποσό της αμοιβής της αναιρεσείουσας, τον αριθμό του τραπεζικού της λογαριασμού και όλα τα στοιχεία θυέσης της (ακριβής διεύθυνση / τηλέφωνο / ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Επιπλέον, κρίσιμο στοιχείο εν προκειμένω είναι το εάν η ως άνω περαιτέρω επεξεργασία (χρήση) εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου έγινε νόμιμα, λαμβανομένου υπόψη ότι, όπως άλλωστε αναφέρεται στην αγωγή, η επίδικη επιστολή εστάλη στην εντολέα της αναιρεσείουσας *** για την εκκαθάριση των λογαριασμών της δικηγορικής της αμοιβής και την καταβολή του υπολοίπου αυτής στον προσωπικό της λογαριασμό και με το σκοπό η τελευταία να τηρήσει αυτήν στο αρχείο της για την επίλυση της μεταξύ τους διένεξης. Με τα δεδομένα αυτά είναι σαφές ότι καθοριστικής σημασίας στην παρούσα περίπτωση είναι το εάν ο αναιρεσίβλητος, αφού έλαβε την επιστολή αυτή με τα προσωπικά δεδομένα της αναιρεσείουσας, τα υπέβαλε σε περαιτέρω επεξεργασία και τα χρησιμοποίησε εναντίον του εντολέα της *** χωρίς να εξυπηρετεί συγκεκριμένο νόμιμο σκοπό και χωρίς τα κρίσιμα προσωπικά δεδομένα να είναι συναφή με τους σκοπούς της επεξεργασίας εκ μέρους του, η οποία, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, έγινε για την πρόκληση εντυπώσεων και την παραπλάνηση του δικαστηρίου και ως εκ τούτου κατά παράβαση των ως άνω καθιερούμενων με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του νόμου αυτού αρχών της νομιμότητας του σκοπού της επεξεργασίας και της αρχής της αναλογικότητας". 
Με αυτό το σκεπτικό,το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιώνοντας την δικηγόρο τελικά (παρά τις απορριπτικές αποφάσεις του Πρωτοδικείου και του Εφετείου στα οποία δεν την εκπροσώπησε το γραφείο μας), αναίρεσε την εφετειακή απόφαση, ανέπεμψε την υπόθεση για εκδίκαση από το Εφετείο, διέταξε την επιστροφή του παραβόλου στην αναιρεσείουσα και καταδίκασε τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία όρισε στις 3.000 ευρώ.

Sunday, March 8, 2020

The Truth Naked

Sermon for the second Sunday in Lent

There is a sculpture of the Crucifixion by Michelangelo which is quite unusual. It displays his usual skill and mastery over the stone from which he carves it. The figure of Our Lord is beautifully life-like and displays the great misery of one crucified. What is unusual is that Our Lord is naked – completely and utterly naked. Nothing is left to the imagination.

Does that trouble you? The crucifix that you’re most familiar with probably shows Our Lord clothed only in a loincloth. This is inaccurate. The fact is that people are crucified naked.

[PAUSE]

Nudity is something that Christians have struggled with for a long time. Some have revered the naked body, others have reviled it.  Pope Pius IX famously has the statues of naked men and women covered up in part of the nineteenth century reaction against nudity. St Francis strips naked before the bishop to show his contempt for worldly possessions. So why is it shameful? Why do people get hot under the collar about it?

God created us naked. Naked we come out of the womb. The first Christians are baptised naked. And yet, the moment someone comes on the television showing a little more flesh than usual, there’s an uproar. Some television programmes exist to display nudity precisely to scandalise “polite society”.

Perhaps one reason is because in our day and age, people equate nudity with sex. People deliberately change their bodies so that they will become more attractive when naked. They cover themselves in tattoos, have hair removed, even go in for plastic surgery so that they will look better with no clothes on. Some people develop dreadful eating disorders because they believe that their body is grotesquely ugly and they so desperately want to be beautiful, forgetting that they already are beautiful.

[PAUSE]

When Adam and Eve sin, they realise that they are naked. The truth of their sin is apparent to everyone like a bad tattoo. And so, in shame, they cover themselves because they know that God will see the Evil that they have done. Now that they know that what Good and Evil are, they know that God hates Evil and that they have to cover up this blemish. We see the young man, probably St Mark himself, stripped of his clothes as he runs away from those arresting Jesus. His nudity exposes his shame. And this shame taints us all.

We find ourselves in bodies that age, wither and fall to bits. Our beauty fades, even for those who try and change their bodies in order to remain beautiful according to the standards of a sinful world. The aging of our bodies is testament to our sinfulness because the wages of sin is death. Our society hates the sight of old people because it reminds them of this. Look at the efforts we go to to stay young! And yet, the aged body is no less beautiful to God than the young body. He created both.

St Paul reminds us of the great promise of God.

“For we know that if our earthly house of this tabernacle were dissolved, we have a building of God, an house not made with hands, eternal in the heavens. For in this we groan, earnestly desiring to be clothed upon with our house which is from heaven: If so be that being clothed we shall not be found naked. For we that are in this tabernacle do groan, being burdened: not for that we would be unclothed, but clothed upon, that mortality might be swallowed up of life.”

When we rise again from the dead, we will still have our body. You would not be you without your body, just as your dead body would not be you. But God will give us immortality to put on like a garment. Death will not reign in our bodies and our nakedness will not be shameful because we will be without the sin that separates us from God.

So why wear clothes now? Why can’t we be naked now?

[PAUSE]

St Paul reminds us that we are always to behave respectably. When he writes his letters, the only women with uncovered hair were the prostitutes. So, Christian women should be modest in order to demonstrate a willingness to engage with secular society but not succumb to its excesses. The same is no less true for men. We often forget the terrible part that men play in degrading the bodies of women and their own by encouraging them to dress provocatively. By remaining decently clothed, we show our community that we will not give ourselves over to its disrespect of the naked body.

To God we will always be naked, but then we should want to be naked before God. When we stop hiding ourselves from Him, when we reveal the sins we have committed, the dark thoughts we have imagined and the wicked motives we have harboured, then He will do something about them and make us beautiful again in our own eyes. We will be glorious because our sinful bodies will be like His glorious body. Confession allows us to see our own beauty again.

[PAUSE]

We should not be scandalised by the sight of a naked Jesus. He is naked for us to show that, in Him, there is no shame and great beauty in being the people He created

Wednesday, March 4, 2020

Reviewing Anglican Catholicism

I find myself quite surprised that my book on Anglican Catholicism has been reviewed on Amazon. Two reviews have been very kind and encouraging. One review takes me to task for using Anglican Catholicism in the title when, perhaps, I should have used "The Anglican Catholic Church". My reviewer is a self-described Anglo-Catholic in the Episcopal Church of the USA and one, I assume, that likes to refer to himself as an Anglican Catholic.

When I was on Facebook, I was a member of a group called "Anglican Catholicism" which had members who thought themselves as such but held to the diverse beliefs of ECUSA or the CofE. This included people who accept the confusion of sexual identity within the sacraments and even one man who claimed that the Quicunque Vult was Satanic in origin! I think I stand by my decision not to dabble in Facebook.

On the other side, "Anglican Catholic" is a term used by the Anglican Ordinariate for their members. These are people who are in communion with the Pope and who reject the validity of their former priests in the Anglican lineage. The fact of the matter is that they are Roman Catholics because they are under the jurisdiction of the Bishop of Rome. 

As I said in my book, the principles of Anglican Catholicism lie in the authority of the Church of the First Millennium with a magisterium built on Scripture, Tradition and Reason in that order of importance, in the standard of worship being the 1549 Book of Common Prayer and liturgies that conform to it, and in the valid Apostolic Succession of Anglican Orders. The Affirmation of St Louis is a precis of this. Agree with these, and you have a claim to being an Anglican Catholic.

My opinion is quite clear. Anyone who accepts the heresies of ECUSA and the CofE denies their right to the term because they equivocate on what it means to be Catholic. There are no female Catholic priests. There are no Catholic spouses of the same sex. That's just how it is. Nor is an Anglican Catholic properly in communion with Rome. People can choose what they like to believe but labels are exclusive not inclusive otherwise they are utterly meaningless. A label makes a discrimination.

Discrimination is a word feared by the Liberal because it always means a discrimination into an oppressor and an oppressed. This is because many Liberals today subscribe to Marxist Critical Theory rather than the language of the Love of God. Their talk is of rights, power, privilege and entitlement never of the love of God that we find in the Bible nor of His promise of Eternal life unless it is all reinterpreted through their Marxist lens.

Discrimination proper involves the simple task of telling one thing from another and treating them with the appropriate action. Discrimination is not always a discrimination against, but Marxist philosophy will always make it so. Women are different from men: they are both deserving of respect and love by virtue of their humanity, but their physical differences to which Science bears witness and their spiritual differences to which Holy Scripture bears witness means that they cannot be treated interchangeably. Their differences must be respected in order to give them the full dignity of being human.

And so the same with Anglican Catholicism. One cannot be an Anglican Catholic if one believes that women can be ordained priest and thus disrespect her God-given difference to be a woman. This has political ramifications for any communion that does.

I had rather hoped that my book would be clear on this point, but my reviewer didn't think that it was a book for him in mind. His opinion is perfectly valid and I'm flattered that he took the trouble not only to buy a copy but to read it and review it. I do believe, however, that the title is correct as it stands and if this offends people, well, that's unfortunate but perhaps necessary. We could all do with being offended sometimes: it reminds us what we truly believe... such as the perfectly Orthodox Christian Creed known as the Quicunque Vult.

Monday, March 2, 2020

Τι πραγματικά έκρινε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την συστηματική απώθηση προσφύγων

Υπάρχει μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που κάποιοι υποστηρίζουν ότι ενθαρρύνει την συστηματική πρακτική του "push back" (απώθηση) που εφαρμόζει η Ισπανία, χωρίς να προλάβουν οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλουν αιτήματα παροχής ασύλου στην χώρα που εισέρχονται παρανόμως. 
Είναι, όμως, έτσι;
Ας δούμε αναλυτικά την απόφαση N.D. και Ν.Τ. κατά Ισπανίας (Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως του ΕΔΔΑ) της 13.2.2020.
Τα σύνορα της Ισπανίας με το Μαρόκο:
Η Μελίγια είναι παράλια πόλη στη βόρεια ακτή της Αφρικής, η οποία αποτελεί έδαφος της Ισπανίας. Είναι κτισμένη επί της ανατολικής πλευράς της ομώνυμης χερσονήσου που καταλήγει στο ακρωτήριο Τρες Φόρκας. Αποτελεί μια από τις 17 αυτόνομες κοινότητες (Περιφέρειες) της χώρας (αυτόνομη πόλη) και έχει χερσαία σύνορα στα νότια με το Μαρόκο. Βρίσκεται σε απόσταση 15 περίπου χιλιομέτρων από την Μαροκινή πόλη Ναντόρ. Η Μελίγια αν και αρχικά φοινικική πόλη υποτάχθηκε διαδοχικά από τους Ρωμαίους, τους Βανδάλους, τους Βυζαντινούς και τους Άραβες. Το 1496 καταλήφθηκε από τους Ισπανούς παραμένοντας έκτοτε υπό την κυριαρχία τους. Στην πόλη αυτή το 1936 κηρύχθηκε η επανάσταση από τον στρατηγό Φρανθίσκο Φράνκο, η οποία προκάλεσε τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Οι περισσότεροι σήμερα κάτοικοι είναι Ισπανοί. Τα εδάφη της Μελίγιας και της Θέουτα είναι σήμερα τα μοναδικά εδάφη Ευρωπαϊκών κρατών στην Αφρική. Το σύνορο με το Μαρόκο περιλαμβάνει τρεις παράλληλους φράκτες, ανάμεσα στους οποίους κάνει περιπολίες η φρουρά της Ισπανίας για να αποτρέψει την παράνομη είσοδο. 
Οι προσφεύγοντες:
Οι δύο προσφεύγοντες, ο Ν.D και ο N.T. είναι άτομα που διέφυγαν ο ένας από το Μάλι το 2012 (σε εμπόλεμη κατάσταση) και ο άλλος από την Ακτή του Ελεφαντοστού και κατέληξαν στο Μαρόκο, από το οποίο επιχείρησαν μαζί με άλλους να περάσουν παράτυπα τα σύνορα με την Ισπανία, οπότε οι ισπανικές αρχές τους επέστρεψαν στο Μαρόκο, χωρίς να εξετάσουν ατομικά αιτήματα ασύλου.
Ποιες διατάξεις εξέτασε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο πλαίσιο της προσφυγής:
Το ΕΔΔΑ δεν είναι δικαστήριο που δικάζει το άσυλο, ως δικαίωμα. Δικάζει αν τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης εφαρμόζουν σωστά τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Πρωτοκόλλων της. Στο 4ο πρωτόκολλό της περιλαμβάνεται το άρθρο 4 με τίτλο "Απαγόρευση ομαδικής απέλασης αλλοδαπών" το οποίο έχει μία και μόνο φράση:
"Απαγορεύεται η ομαδική απέλαση αλλοδαπών". 
Ότι, δηλαδή, η απέλαση πρέπει να εξετάζεται με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά κάθε αλλοδαπού. Δεν αναφέρει τίποτε για πρόσφυγες, τίποτε για μετανάστες. Κάθε αλλοδαπός πρέπει να απελαύνεται κατόπιν ατομικής εξέτασης της υπόθεσης του. Η διάταξη δεν περιλαμβάνει εξαιρέσεις. Αφορά όμως την "απέλαση", όχι κάθε μορφή απώθησης. Καθένας, νομίζω, μπορεί να αντιληφθεί την διαφορά.
Το άλλο άρθρο που εξέτασε το ΕΔΔΑ είναι το 13 της ΕΣΔΑ, δηλαδη το "δικαίωμα πραγματικής/αποτελεσματικής προσφυγής":
"Παν πρόσωπον του οποίου τα αναγνωριζόμενα εν τη παρούση Συμβάσει δικαιώματα και ελευθερίαι παρεβιάσθησαν, έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής, έστω και αν η παραβίασις διεπράχθη υπό προσώπων ενεργούντων εν τη εκτελέσει των δημοσίων καθηκόντων των."
Τι έκρινε η απόφαση του ΕΔΔΑ:
Αφού πάνω στα σύνορα η Ισπανία είχε Γραφείο Υποβολής Αιτήσεων Ασύλου (ιδρύθηκε λίγο μετά την προσπάθεια παράτυπης εισόδου στην χώρα), όπου οι προσφεύγοντες μπορούσαν να υποβάλουν το αίτημα ασύλου (ακόμη και πριν την ίδρυση του Γραφείου, υπήρχε "οδός" υποδοχής αιτημάτων από την Ισπανία) και δεν το υπέβαλαν, η ομαδική απώθηση τους χωρίς να εξεταστούν ατομικά αιτήματα δεν παραβίασε τον κανόνα του άρθρου 4. Η Ισπανία απέδειξε ότι είχαν υποβληθεί σε αυτό το Γραφείο έξι αιτήσεις το ίδιο έτος, άρα δεν είχαν πρόβλημα και οι προσφεύγοντες να κάνουν το ίδιο. Οι προσφεύγοντες, ενώ δεν είχαν ισχυριστεί καν ότι προσπάθησαν να εισέλθουν νόμιμα στην Ισπανία, ξαφνικά στην ακροαματική διαδικασία ενώπιον της Ευρείας Σύνθεσης ΕΔΔΑ είπαν ότι πήγαν να προσεγγίσουν την υπηρεσία αλλά τους κυνήγησαν οι μαροκανικές αρχές. Αυτό, όμως, κι αληθές υποτιθέμενο, δεν σήμαινε ότι έφταιγε η Ισπανία!
Επομένως, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι δεν παραβιάστηκε ο κανόνας της απαγόρευσης ομαδικής απέλασης και το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής. 
ΔΕΝ ΕΚΡΙΝΕ ΔΗΛΑΔΗ, ότι σε κάθε περίπτωση ένα Κράτος έχει δικαίωμα να απελαύνει ομαδικά αλλοδαπούς. Αυτό θα σήμαινε κατάργηση του άρθρου 4 του 4ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Έθεσε κριτήρια για τις περιπτώσεις που μια ομαδική απέλαση αλλοδαπών δεν παραβιάζει την απαγόρευση.
Τα κριτήρια που έθεσε το ΕΔΔΑ:
1. Η Ισπανία επικαλέστηκε το κυριαρχικό δικαίωμα άμυνας σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης. Το ΕΔΔΑ επέλεξε να μην εξετάσει αυτή την επίκληση, σημειώνοντας, ομως, με νόημα ότι Η ΙΣΠΑΝΙΑ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΕΙΣΑΓΑΓΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΤΕΤΟΙΟ ΘΕΜΑ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΟΗΕ (παρ. 166). Άρα, τέτοια επιχειρήματα περί εισβολής που θίγει την εθνική ασφάλεια πρέπει να συνοδεύονται από σχετική απόδειξη, έγκυρη με βάση τις διαδικασίες του διεθνούς δικαίου.
2. Τα κράτη καθορίζουν τα ίδια τις πολιτικές του ασύλου τους, αλλά οι πολιτικές αυτές δεν επιτρέπεται να είναι ασύμβατες με την ΕΣΔΑ και τα Πρωτόκολλά της (παρ. 170): άρα, η δικαιοδοσία του ΕΔΔΑ είναι στο πλαίσιο πάντα της επικουρικότητας του διεθνούς δικαίου, αλλά ΥΠΑΡΧΕΙ.
3. Το ΕΔΔΑ ακολουθεί μια σούπερ - ευρεία ερμηνεία του άρθρου 4, θεωρώντας ότι απαγορεύεται η ομαδική απέλαση καθ' οιονδήποτε έννοια, είτε ο αλλοδαπός είναι αιτών άσυλο, είτε βρίσκεται νόμιμα στη χώρα, είτε όχι. Το ίδιο και για την έννοια της "απέλασης": κάθε ομαδική εκτόπιση αλλοδαπών απαγορεύεται, είτε διενεργείται με τυπικές διαδικασίες, είτε άτυπα (παρ. 173-185). Απέρριψε την ένσταση της Ισπανίας ότι η επιστροφή των ενδιαφερόμενων "δεν ήταν απέλαση". 
4. Αυτό σημαίνει ότι σε όλες αυτές τις διαδικασίες εφαρμόζεται το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ: απαγόρευση βασανιστηρίων ή απάνθρωπης / εξευτελιστικής μεταχείρισης. 
5. Πάντως, ένα "δικαίωμα στο άσυλο" δεν το κατοχυρώνει η ΕΣΔΑ και τα Πρωτόκολλά της. Αυτό που προβλέπεται κατά το άρθρο 3 είναι ότι απαγορεύεται στο Κράτος που δεσμεύεται από την ΕΣΔΑ να επιστρέψει κάθε αλλοδαπό που βρίσκεται στην δικαιοδοσία του σε ένα άλλο Κράτος στο οποίο αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να υποβληθεί σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή σε βασανιστήρια. Από αυτή την άποψη, η ΕΣΔΑ περιλαμβάνει και την απαγόρευση επαναπροώθησης κατά την έννοια της Συνθήκης της Γενεύης (παρ. 188). 
6. Εάν το Κράτος παρέχει προσβάσιμη διαδικασία για εξατομικευμένη εξέταση και το ενδιαφερόμενο άτομο δεν ακολουθεί αυτή την διαδικασία, τότε το Κράτος δεν ευθύνεται για παραβίαση της απαγόρευσης της ομαδικής απέλασης. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ αναφέρει ότι αντικείμενο της δικαστικής έρευνας του είναι αν το Κράτος παρέχει πραγματική και προσβάσιμη διαδικασία στα ΣΥΝΟΡΑ (παρ. 201). Εάν το Κράτος παρέχει τέτοια διαδικασία και ο ενδιαφερόμενος δεν κάνει χρήση, τότε το ΕΔΔΑ ελέγχει αν υπήρχαν σοβαροί λόγοι (δικαιώματος στην ζωή ή κινδύνου απάνθρωπης/εξευτελιστικής μεταχείρισης ή βασανιστηρίων) που ο ενδιαφερόμενος δεν έκανε χρήση.
Εφαρμόζοντας όλα αυτά, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι για την υποβολή αιτήματος στην Ισπανία υπήρχε διαδικασία στα σύνορα και φυσικά στις πρεσβείες της Ισπανίας στο Μαρόκο, όπου μπορούσαν να υποβάλουν το αίτημα ασύλου οι ενδιαφερόμενοι και δεν το έκαναν. Στη συνέχεια, το ΕΔΔΑ εξέτασε αν υπήρχαν λόγοι κινδύνου ζωής ή απάνθρωπης κτλ μεταχείρισης που δικαιολογούσαν ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν ακολούθησαν την νόμιμη διαδικασία.
Η Ισπανία απέδειξε μέχρι και το γεγονός ότι υπήρχε ειδική διαδικασία, νομοθετημένη κατά το εθνικό δίκαιο που πρόβλεπε ότι εάν αιτών άσυλο υπέβαλε το αίτημα σε μια Ισπανική πρεσβεία και αυτό κρινόταν δεκτό, μπορούσαν να οργανώσουν την δυνατότητα μετάβασης του πρόσφυγα στην Ισπανία, εφόσον η παραμονή στην τρίτη χώρα ήταν επικίνδυνη για τα δικαιώματά του.
Μετά απ' όλ' αυτά, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ισπανία δεν παραβίασε τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφευγόντων. Δεν έκρινε ότι μπορεί κάθε κράτος να απωθεί τους αλλοδαπούς που επιδιώκουν να εισέλθουν παράνομα στη χώρα χωρίς να παρέχουν την εξατομικευμένη υποδομή για νόμιμη εξέταση του αιτήματος στα σύνορα. Όρισε ότι μόνο αν εκπληρώνονται όλες αυτές οι εγγυήσεις από το κράτος και ο ενδιαφερόμενος δεν έχει κάνει τίποτε απολύτως, τότε και μόνο τότε επιτρέπεται η απώθησή του.

Sunday, March 1, 2020

The Betrayal of God

Sermon for the first Sunday in Lent

“My God, my God, why hast thou forsaken me?”

Surely, these are the most chilling words a Christian can hear, for this is the sound of abandonment, an expression of betrayal. If God abandons and betrays us, what hope have we left? And yet, there seem to be many who are indeed victims of betrayal.

A woman thrown out of her home.

A baby thrown under a bush to die.

A man told to sacrifice his only son.

A young man facing his own father who is ready to kill him.

A nation overrun by a controlling empire.

A man whose friends have betrayed him to the authorities or left him to face execution alone.

These images may be found in the pages of Holy Scripture. They may also be found in the news today. Betrayal is real. The sense of being betrayed by God is real.

[PAUSE]

In our abandonment, we are overwhelmed with so many negative feelings. We mourn the loss. We shiver in our nakedness, exposed to the elements where once we were protected. We shiver in fear as we realise our invulnerability and expect agony to strike at any minute. We want to stay still because we don’t know what’s out there. We want to run to escape the danger that is stalking us. And we are left with that single most horrible truth that we are utterly on our own.

If God abandons us then we are so very much on our own but if God betrays us, then we are confronted with even worse emotions: revulsion, loathing and utter hatred. We say with the psalmist:

“Let the sentence of guiltiness proceed against him: and now that he lieth, let him rise up no more. Yea, even mine own familiar friend, whom I trusted: who did also eat of my bread, hath laid great wait for me.”

It isn’t for nothing that Dante describes Judas being in the lowest, darkest, coldest region of Hell. If God betrays us, then perhaps He isn’t real.

[PAUSE]

Many people think this and rejoice. It means that they can do what they want. It means nothing matters and the best thing to do is just to enjoy life and perish in the grave. Make up your own morality – it’s all good!

No, no it isn’t.

The problem with betrayal is that it casts a veil over our eyes and this is not always our fault. Betrayal strikes at us deeply. We are wounded at the core and it is difficult to see how this can possibly heal.

Betrayal is a very long and sharp spear that penetrates deep inside of us to our very heart.

But doesn’t that sound familiar?

[PAUSE]

At the time He is betrayed, Our Lord is doing something vitally important. He gives us His Body and Blood to eat and drink. This is not symbolic, but a real physical reality. We take into ourselves His Body: a Body that is betrayed, wounded at the very heart by the cruel lance, from which wound pours His Precious Blood. In giving us Himself, Our Lord has made the ultimate identification with all humanity. He is here to suffer WITH us and, in suffering with us, He gives our pain and sorrow, our misery at the hands of those without pity, a meaning more glorious than our betrayers want for us.

Our Lord takes all our betrayal upon Himself on the Cross. This cry of abandonment, of betrayal that He screams from the cross is for us. It is our suffering that He brings to His Father in Heaven. It means that we are heard. In our abandonment, we are heard. In our misery, we are heard. In our danger, we are heard. In the agony of the most excruciating torture, we are heard.

God has not betrayed us. He has given us His Body and Blood: He cannot betray us.

But we still suffer.

[PAUSE]

Yes, and that is Mankind’s fault for sinning right at the beginning. Humanity walked away from God first. Our suffering is part of the struggle to free ourselves from Evil to get back to what is Good. When we are betrayed, the veil comes down to obscure us from the truth of God’s goodness. Yet, at the crucifixion of Our Lord, the veil is torn in two.

We suffer and we suffer hard. But whatever obscures the Light of God’s love for us can be torn away by turning to Him. The Bible is full of complaints to God. The point is that He hears everyone. But we have to be patient even when suffering seems unendurable. We have to trust, even when it seems that God Himself has betrayed us. We have to have faith even when we can see no good, no way out, and no end.

[PAUSE]

Lent bids us rise above our feelings to look to the Truth of our situation. We find that Truth in the Cross, and that Cross points to God’s glory and our joy!